15 Νοεμβρίου - Σήμερα γιορτάζουν οι:

ΟΙ ΑΓΙΟΙ 
ΓΟΥΡΙΑΣ, ΣΑΜΩΝΑΣ ΚΑΙ ΑΒΙΒΟΣ
(ΟΙ ΟΜΟΛΟΓΗΤΕΣ) 



Ὁ Γουρίας καὶ ὁ Σαμωνᾶς, ἀγωνιζόμενοι τὸν Ἱερὸ ἀγῶνα τῆς χριστιανικῆς πίστης, συνελήφθησαν ἀπὸ τὸν ἡγεμόνα Ἀντωνίνο, κατὰ τὸ διωγμὸ ἐπὶ Διοκλητιανού. Καὶ ἀφοῦ ὑπέστησαν μὲ θαυμαστὴ ὑπομονὴ πολλὰ βάσανα, ἀποκεφαλίσθηκαν.
Ὁ Ἄβιβος ἔζησε λίγα χρόνια ἀργότερα καὶ ἦταν ἀπὸ ἕνα χωριὸ τῆς Ἔδεσσας ποὺ ὀνομαζόταν Ἀποθελσαία. Τότε βασιλιὰς ἦταν ὁ Λικίνιος, ὁ γνωστὸς ἀντίπαλος τοῦ Μ. Κωνσταντίνου. Ὁ Ἄβιβος, λοιπόν, προχειρίσθηκε Ἱεροδιάκονος καὶ διακρινόταν γιὰ τὴ μεγάλη εὐσέβειά του καὶ τὸν πολὺ ζῆλο γιὰ τὸ ὑπούργημά του.
Ἰδιαίτερα, ὅμως, διακρινόταν γιὰ τὴ θερμὴ ἀγάπη του στὸ Ἱερὸ κήρυγμα, τηρώντας τὸ θεόπνευστο λόγο τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ποὺ λέει:
"Κήρυξαν τὸν λόγον, ἐπίστηθι εὐκαίρως ἀκαίρως, ἔλεγξαν, ἐπιτίμησαν, παρακάλεσαν, ἐν πάσῃ μακροθυμία καὶ διδαχή".
Κήρυξε, δηλαδή, τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, στάσου ἐπιτηρητὴς καὶ καθοδηγὸς στοὺς ἀκροατές σου, ὄχι μόνο σὲ κατάλληλες περιστάσεις, ἀλλὰ καὶ σ' ἐκεῖνες ποὺ φαίνονται ἀκατάλληλες περιστάσεις, ἔλεγξε, ἐπίπληξε, παρηγόρησε μὲ κάθε μακροθυμία καὶ μὲ κάθε μέθοδο διδασκαλίας.
Ὁ ἡγεμόνας Λυσανίας, ὅταν εἶδε τὸν Ἄβιβο νὰ προσελκύει πολλοὺς εἰδωλολάτρες μὲ τὸ θερμό του κήρυγμα, τὸν συνέλαβε. Καὶ ἀφοῦ τὸν κρέμασε σὲ στυλὸ καὶ τὸν ἔσχισε μὲ σιδερένια νύχια, ἔπειτα τὸν ὁδήγησε ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη, ὅπου τὸν ἔριξε μέσα στὴ φωτιά, καὶ ἔτσι ὁ Ἄβιβος παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὸ Θεό.


Ἀπολυτίκιον, Ἦχος πλ. α´.
Τὰ θαύματα τῶν Ἁγίων σου Mαρτύρων, τεῖχος ἀκαταμάχητον ἡμῖν δωρησάμενος, Χριστὲ ὁ Θεός, ταῖς αὐτῶν ἱκεσίαις, βουλὰς ἐθνῶν διασκέδασον, τῆς βασιλείας τὰ σκῆπτρα κραταίωσον, ὡς μὸνος ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος.

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος δ'. Ταχὺ προκατάβαλε.
Τριάδος ἰσάριθμοι, τῆς Ὑπερθέου σαφῶς, Γουρίας, καὶ Ἄβιβος, καὶ Σαμωνᾶς ὁ κλεινός, ἐνθέως ὑπάρχοντες, ταύτην τοὶς ἀσεβέσιν, ὠμολόγησαν ἅμα, ἄθλων τὴν τρικυμίαν, ἀβλαβῶς διελθόντες. Καὶ νῦν ἠμᾶς κυβερνώσιν, ὅρμον πρὸς ἄκλυστον.


Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Ἐξ ὕψους σοφοί, τὴν χάριν κομισάμενοι, τῶν ἐν πειρασμοίς, προΐστασθε πανεύφημοι, διὸ κόρην Ἅγιοι, ἐκ θανάτου πικροῦ ἐλυτρώσασθε, ὑμεῖς γὰρ ὄντως ὑπάρχετε, Ἐδέσσης ἡ δόξα, καὶ τοῦ κόσμου χαρά.


14 Νοεμβρίου - Σήμερα γιορτάζουν οι:

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΦΙΛΙΠΠΟΣ 






Υπήρξε ένας από τους δώδεκα. Και μάλιστα επίλεκτο μέλος της αγίας αυτής ομάδος.
Την πρώτη γνωριμία του με τον Χριστό μας την παρουσιάζει ο ευαγγελιστής Ιωάννης με τούτα τα λόγια: «Τη επαύριον ηθέλησεν ο Ιησούς εξελθείν εις την Γαλιλαίαν και ευρίσκει Φίλατπον και λέγει αυτώ ακολούθει μοι» (Ίωάν. α', 44).

Βρισκόταν στην Ιουδαία ο Κύριος.

Ύστερα από το βάπτισμα Του και την τεσσαρακονθήμερη νηστεία Του στην έρημο και τους πειρασμούς Του από τον διάβολο, νικητής αποφασίζει να αναχωρήσει από την Ιουδαία στη Γαλιλαίο για την έναρξη του έργου του.
Εκεί, σαν έφθασε, βρήκε μεταξύ των πρώτων τον Φίλιππο, που ήταν από τη Βηθσαϊδά, την ίδια πόλη από την οποία καταγόντουσαν κι οι άλλοι δύο απόστολοι και αδελφοί, Ανδρέας και Πέτρος.
Η μικρή αυτή πόλη βρισκόταν στις ανατολικές όχθες της λίμνης Τιβεριάδος κι αξιώθηκε να προσφέρει στον Κύριο ένα σημαντικό αριθμό από τους αποστόλους Του. Πτωχοί κι απλοϊκοί άνθρωποι ήσαν όλοι αυτοί.
Όμως ο Κύριος τέτοιους εργάτες κατά κανόνα διαλέγει για τη διακονία Του. Ανθρώπους ταπεινούς και καλοδιάθετους.
Κι αυτούς, «τα μωρά του κόσμου... και εξουθενωμένα» κατά τον θείο απόστολο Παύλο, δηλαδή τους ανθρώπους αυτούς που ο κόσμος θεωρεί μωρούς και περιφρονημένους, μ' αυτούς ο Κύριος καταντροπιάζει εκεί νους, που, ο κόσμος πάλι, θεωρεί σοφούς και μεγάλους και δυνατούς.

Την αγνή και πρόθυμη διάθεση είδε ο Κύριος στα βάθη της ψυχής του Φιλίππου κι αυτήν εξετίμησε κι έσπευσε να του μιλήσει και να του απευθύνει την τιμητική πρόσκληση: «Ακολούθει μοι», ακολούθησε με. Πόσο διαφορετικά αλήθεια είναι τα ανθρώπινα κριτήρια από τα κριτήρια του πανσόφου Θεού. Οι άνθρωποι συνήθως κρίνουμε «κατ' όψιν». Γι' αυτό κι ο Κύριος ελέγχει τον τρόπο αυτό της κρίσεως με το «μη κατ' όψιν κρίνετε παράνομοι». Ο πάνσοφος Θεός κρίνει από τις διαθέσεις που κρύβουμε ο καθένας στην ψυχή μας. Και για τούτο η κρίση του είναι πάντα ορθή κι ασφαλισμένη.

Την αξία αυτής της κρίσεως την βλέπουμε αμέσως στον τρόπο με τον οποίο ο Φίλιππος έσπευσε να ανταποκριθεί στην ιερή πρόσκληση του Ιησού, χωρίς κανένα ενδοιασμό, αλλά με ενθουσιασμό και ζηλευτή προθυμία αφήνει τα πάντα και ακολουθεί τον Κύριο. Αφήνει εργασία, γονείς, φίλους και γνωστούς, σπίτι, μικρή έστω περιουσία και σπεύδει να γίνει ένας ακόλουθος της συντροφιάς του Ιησού. Κάπως παράξενη η σπουδή του να ακολουθήσει τον Κύριο, θα σκεφθεί ίσως κάποιος. Παράξενη μπορεί να φαίνεται. Αν θελήσουμε όμως να προσέξουμε και να εμβαθύνουμε λίγο στα λόγια του ευαγγελιστή Ιωάννη, η απορία αυτή θα διασκεδασθεί αμέσως. «Ην δε ο Φίλιππος από Βηθσαϊδά, εκ της πόλεως Ανδρέου και Πέτρου». (Ιωάν. α', 45). Ο Φίλιππος δηλαδή καταγόταν από τη Βηθσαϊδά, από την πατρίδα του Ανδρέα και του Πέτρου. Ιδού το μυστικό της προθυμίας του Φιλίππου να ακολουθήσει τον Κύριο. Ήταν συμπολίτης του Ανδρέα. Κι ο Ανδρέας ήταν μια από τις ευγενικές εκείνες καρδιές που με λαχτάρα περίμενε τον Μεσσία. Ο πόθος του αυτός τον έσπρωξε να γίνει και μαθητής του Ιωάννη του Βαπτιστή. Κι αυτά που άκουε από τη φωνή «του βοώντος εν τη ερήμω», φρόντιζε να τα μεταφέρει συχνά και να τα κάμνει γνωστά και στους άλλους. Πόση καλοσύνη και ευγένεια ψυχής δεν φανερώνει τούτο το παράδειγμα! Μα και πόσο ιεραποστολικό ζήλο για την ευτυχία και τη σωτηρία των άλλων!

Υπάρχει στις δικές μας καρδιές, αλήθεια, αυτό το ενδιαφέρον κι αυτός ο πόθος, η χαρά κι η ευτυχία μας να γίνει και των γνωστών και των χωριανών μας κτήμα; Το παράδειγμα του ζηλωτή ψαρά, του Ανδρέα, αυτό μας συνιστά. Και τη σύσταση αυτή αξίζει όχι μονάχα να την προσέξουμε οι χριστιανοί του εικοστού αιώνα, μα και να την κάνουμε το ταχύτερο ζωή μας.

Ο καθένας από μας, σύμφωνα με τα λόγια του Χριστού μας, είμαστε αλάτι και φως για τους γύρω μας. Πρέπει να είμαστε τέτοιοι. «Υμείς έστε το άλας της γης...Υμείς έστε το φως του κόσμου...» (Ματθ. ε' 13-14). Το αλάτι νοστιμίζει τα φαγητά. Το αλάτι ακόμη προλαμβάνει τη σήψη. Σαν το αλάτι οι πραγματικοί χριστιανοί με τα λόγια τους και το παράδειγμα τους νοστιμίζουν τη ζωή των ανθρώπων που είναι γύρω τους, αλλά και εμποδίζουν την ηθική σαπίλα από του να εξαπλωθεί και να διαλύσει τα πάντα. Οι χριστιανοί είναι ακόμη και φως. Φως που φωτίζει και θερμαίνει και ζωογονεί και ομορφαίνει τον κόσμο. Κι αυτοί με τα λόγια τους και προ πάντων τα έργα τους καλούνται να είναι φως μέσα στην κοινωνία. Ένα φως πνευματικό, που να φωτίζει, να θερμαίνει και να ζωογονεί την κοινωνία. Είναι καιρός οι αληθινοί μαθητές του Κυρίου και γνήσιοι ακόλουθοι Του να προβάλλουν παντού αυτή τους την ιδιότητα. Το απαιτούν οι δύσκολοι καιροί που περνούμε. Το ζητά από όλους ο φλογερός απόστολος, που μελετούμε. Ναι! αυτό έκαμε ο Φίλιππος. Αυτό έκαμε πρωτύτερα κι ο Ανδρέας.

Όταν ο τελευταίος μαζί με τον Ιωάννη τον ευαγγελιστή γνώρισε τον Κύριο και κλήθηκε πρώτος να γίνει μαθητής Του, φρόντισε αμέσως τη χαρά του να την μοιρασθεί με τον αδελφό του Πέτρο. Αδελφέ μου, του είπε, «ευρήκαμεν τον Μεσσίαν». Ναι! Βρήκαμε Εκείνο, που περιμέναμε. Βρήκαμε τον Χριστό. Έτσι ερμηνεύεται στα Ελληνικά η λέξη Μεσσίας.

Το παράδειγμα του Ανδρέα επαναλαμβάνει κι ο Φίλιππος. Μόλις κι αυτός κλήθηκε να ακολουθήσει τον Ιησού, σπεύδει κι αυτός να κάμει κοινωνό της χαράς του τον φίλο του Ναθαναήλ. Πόσο απλά μας εκθέτει ο θείος ευαγγελιστής τη χειρονομία αυτή του Φιλίππου! «Ευρίσκει Φίλιππος τον Ναθαναήλ και λέγει αυτώ όν έγραψε Μωϋσής εν τω νόμο) και οι Προφήται, ευρήκαμεν Ιησούν τον υιόν του Ιωσήφ τον από Ναζαρέτ» (Ιωάν. α', 46). Ναθαναήλ φίλε μου, βρήκαμε αυτόν για τον οποίο έγραψαν ο Μωυσής και οι Προφήτες. Είναι ο Ιησούς, ο γιος του Ιωσήφ από τη Ναζαρέτ. Όταν στα παλιά τα χρόνια ο αρχαίος εκείνος σοφός, ο Αρχιμήδης, ανεκάλυψε, σαν ελούετο, τον περίφημο εκείνο νόμο της Φυσικής, που είναι γνωστός σαν αρχή του Αρχιμήδους, πετάχτηκε έξω από το λουτρό και τρελός απ' τη χαρά του άρχισε να τρέχει γυμνός μέσα στην πόλη και να φωνάζει «Εύρηκα. Εύρηκα». Μεγάλη η ανακάλυψη του. Αυτό όμως που βρήκε ο Φίλιππος ήταν κάτι το ασύγκριτα πιο μεγάλο και πολυτιμότερο. Ο Ιησούς είναι ο θησαυρός των θησαυρών. Είναι η πηγή της ζωής. Γι' αυτό και το «ευρήκαμεν», που είπε στον αδελφικό του φίλο Ναθαναήλ ο Φίλιππος, φανερώνει χαρά πολύ πιο μεγάλη. Χαρά ανέκφραστη. Χαρά, που μόνο εκείνοι που ήλθαν σε προσωπική επαφή με τον Χριστό, μπορούν να δοκιμάζουν και να γνωρίζουν.

Και δεν ήταν μόνο μια έκφραση χαράς τα λόγια του Φιλίππου «Ευρήκαμεν». Ήταν και κάτι άλλο. Ήταν μια πρόσκληση. Πρόσκληση να γνωρίσει κι ο φίλος του τη χαρά του και να την δοκιμάσει. Κι όταν πάλι ο φίλος του Ναθαναήλ με κάποια επιφύλαξη του πρόβαλε το γνωστό: «Εκ Ναζαρέτ δύναται τι αγαθόν είναι»; Μα από τη Ναζαρέτ, την πόλη της αμαρτίας και της διαφθοράς, είναι δυνατό να βγει κάτι το καλό, ο Φίλιππος δεν τα χάνει. Με απόλυτη βεβαιότητα σε ότι λέγει, του άπαντα: «Έρχου και ίδε». Φίλε μου, έλα κι εσύ να δεις με τα μάτια σου και να αντιληφθείς μοναχός σου αυτό που σου λέω. Να βεβαιωθείς δηλαδή και να πιστοποιήσεις και σε άλλους, ότι ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ είναι αυτός που περιμέναμε, ο Μεσσίας, ο Σωτήρας των ανθρώπων. Πλησίασε τον Χριστό και σε λίγο διαπίστωνε κι ο ίδιος κι ομολογούσε με την περίφημη φράση «ραββί, συ ει ο υιός του Θεού, συ ει ο βασιλεύς του Ισραήλ» το πιστεύω του. Δηλαδή, Διδάσκαλε, στ' αλήθεια, συ είσαι ο γιος του Θεού, συ είσαι ο βασιλιάς του Ισραήλ, που με οδηγό τις προφητείες περιμέναμε. Και δεν ομολογεί μονάχα τον Ιησού σαν τον άνθρωπο των προφητειών, μα και τον ακολουθεί και γίνεται ένας από τους δώδεκα μαθητές Του, ο γνωστός και με το άλλο όνομα Βαρθολομαίος.

Τρία χρόνια παρακολούθησε ο Φίλιππος τον Κύριο. Τρία χρόνια ακούει τη διδασκαλία Του και παρακολουθεί τα θαύματα Του. Τρία χρόνια δέχεται την ευεργετική Του επίδραση και ενισχύεται στο έργο που τον περιμένει.

Μερικά περιστατικά από τη ζωή του κοντά στον Ιησού μας δείχνουν τον ζήλο του, αλλά και τις αδυναμίες του. Μας δείχνουν ακόμη και την ιδιαίτερη θέση που κατέχει η προσωπικότητα του στον κύκλο των δώδεκα. Τα περιστατικά αυτά θεωρήσαμε σκόπιμο να παραθέσουμε πιο κάτω, για να τα μελετήσουμε. Μας λένε τόσα πολλά.

Στις παραμονές των Παθών του Κυρίου, ως προσκυνητές ήλθαν στα Ιεροσόλυμα και πολλοί Έλληνες προσήλυτοι στον ιουδαϊσμό. Αυτοί με όσα είχαν ακούσει για τον Κύριο, ένοιωσαν στην καρδιά τους βαθύ τον πόθο για να τον γνωρίσουν καλύτερα και να έχουν μαζί Του μια ιδιαίτερη συνομιλία. Στην περίπτωση αυτή το όνομα του Φιλίππου, όνομα ελληνικό, τους έδωκε το θάρρος να τον πλησιάσουν και να του φανερώσουν την επιθυμία τους: «Κύριε, του είπαν, θέλομεν τον Ιησούν ιδείν». Κύριε, θέλουμε να ιδούμε τον Ιησού. Να η παράκληση που του απηύθυναν. Παράκληση και επιθυμία ζηλευτή κι αξιοπρόσεκτη. Κι ο Φίλιππος, που ήθελε τη χαρά, που ένοιωθε αυτός με το να ακολουθεί τον Κύριο και να ακούει τα θεία λόγια Του, να την δοκιμάζουν κι άλλοι, έσπευσε να συνεννοηθεί σχετικά με τον αγαπητό του Ανδρέα κι ύστερα μαζί να οδηγήσουν τους Έλληνες στον Ιησού. Τι θέματα κουβέντιασαν οι πρόγονοι μας με τον Κύριο κατά τη συνάντηση τους εκείνη δεν γνωρίζουμε. Αυτό που γνωρίζουμε είναι πως ο Κύριος σαν είδε τους Έλληνες να πλησιάζουν είπε τα τιμητικά και θαυμαστά εκείνα λόγια: «Ελήλυθεν η ώρα, ίνα δοξασθή ο υιός του ανθρώπου» (Ιωάν. ιβ', 23). Έφτασε δηλαδή η ορισμένη από τον θεό ώρα, για να δοξασθεί ο Υιός του ανθρώπου. Να δοξασθεί με τη Σταύρωση και την Ανάληψη Του και να αναγνωρισθεί ως Μεσσίας και Λυτρωτής από τους Έλληνες, που τη στιγμή αυτή αντιπροσωπεύουν και όλο τον εθνικό κόσμο. Ευλογημένη και μεγάλη η ήμερα εκεί νη. Ναι! πολύ μεγάλη. Γιατί αν η προσέλευση των εθνών στον Χριστό και τη διδασκαλία Του αποτελεί μια νίκη κι ένα θρίαμβο του Χριστού και του έργου Του, ο ερχομός των Ελλήνων στην πίστη τη χριστιανική έχει κάτι το πολύ ανώτερο. Αυτοί, οι Έλληνες, έδωσαν στον Κύριο όχι μόνο τη γλώσσα τους, αλλά και τους πιο πολλούς ζηλωτές ιεραποστόλους για την εξάπλωση του χριστιανικού κηρύγματος στον κόσμο.

Ως άνθρωπο με χαρακτήρα πολύ πρακτικό μας παρουσιάζουν τον Φίλιππο δύο άλλα περιστατικά, που μας διέσωσε ο ευαγγελιστής Ιωάννης.

Το ένα περιστατικά συνέβη έξω στην ερημιά. Είχε μεταβεί εκεί ο Διδάσκαλος ένα πρωί με τους μαθητές του για λίγη ξεκούραση. Μα οι κάτοικοι των γειτονικών πόλεων, που σαν διψασμένα ελάφια Τον κυνηγούσαν, για να ακούσουν τα λόγια Του και να απολαύσουν τις δωρεές Του, όταν αντελήφθησαν το μέρος που βρισκόταν έσπευσαν προς Αυτόν. Και ο Κύριος, ικανοποιώντας τον ζήλο και την προθυμία τους, πέρασε την ήμερα μαζί τους διδάσκοντας τους και θεραπεύοντας τους αρρώστους που είχαν φέρει. Πλάκωσε σχεδόν η νύκτα και κανένας δεν είχε διάθεση να σηκωθεί και να φύγει. Όμως ο κόσμος εκείνος έπρεπε κάτι να φάγει. Ήταν νηστικός όλη μέρα. Γι' αυτό κι ο Κύριος στην περίπτωση αυτή κάλεσε τον Φίλιππο κοντά του, που διακρινόταν για το πρακτικό του μυαλό και τον ρώτησε:

«Πόθεν αγοράσωμεν άρτους ίνα φάγωσιν αυτοί;» Από ποιο μέρος, Φίλιππε, θα αγοράσουμε ψωμιά για να φάγουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι;»

Στο ερώτημα αυτό του Κυρίου, όπως μας λέγει ο ευαγγελιστής, ο Φίλιππος απήντησε: «Διακοσίων δηναρίων άρτοι ουκ αρκούσιν αυτοίς ίνα έκαστος αυτών βραχύ τι λαβή». Ψωμιά αξίας διακοσίων δηναρίων δεν φτάνουν σ' αυτούς, όχι για να χορτάσουν, αλλά για να πάρει ο καθένας από ένα μικρό κομμάτι. Φυσικά ο Κύριος υπέβαλε την ερώτηση αυτή στον Φίλιππο, όχι γιατί Αυτός δεν ήξερε τι να κάμει. Το Θαύμα το είχε αποφασίσει στην καρδιά Του. Το ερώτημα το υπέβαλε απλώς για να δείξει σ' αυτόν, όσο και στους άλλους μαθητές, μα και σ' όλες τις γενεές των ανθρώπων, ότι και τα πιο αδύνατα στα μάτια των ανθρώπων πράγμα τα, μπορούν να γίνουν δυνατά, αν οι άνθρωποι στις περιπτώσεις αυτές αγκαλιάσουν με την καρδιά τους τον παντοδύναμο παράγοντα, που λέγεται πίστη ζωντανή στον Χριστό. Με την πίστη και τα πιο αδύνατα γίνονται δυνατά. Αν οι άνθρωποι αφήσουμε να αναπτυχθεί στην καρδιά μας πίστη ίση με τον κόκκο του σιναπιού, μπορούμε μ' αύτη να μετακινήσουμε ακόμη και βουνά.

Θα ερωτήσει ίσως κάποιος. Μήπως ο Φίλιππος με το πρακτικό του μυαλό πείσθηκε απόλυτα για τη δύναμη αυτού του παράγοντα, που λέγεται πίστη, με το θαύμα του χορτασμού εκείνου του πλήθους με τον τρόπο που όλοι γνωρίζουμε; Δυστυχώς, όχι απόλυτα κι αμέσως. Αυτό μας το βεβαιώνει το δεύτερο επεισόδιο. Και σ' αυτό, το ίδιο πρακτικό μυαλό εκδηλώθηκε και πάλι.

Ήταν η νύκτα του Μυστικού Δείπνου. Για τελευταία φορά προ του Πάθους Του δειπνεί ο Κύριος με τους μαθητές Του. Γύρω από το πασχαλινό τραπέζι κάθονται όλοι. Με τις ομιλίες Του και τις διδαχές Του ο Κύριος προσπαθεί να προπαρασκευάσει τους μαθητές Του για τα όσα έμελλαν σε λίγο να ακολουθήσουν. Η όλη ατμόσφαιρα παίρνει τον χαρακτήρα μιας αποχαιρετιστήριας τελετής. Μιας τελετής κατά την οποία ο Κύριος αποκαλύπτει στους μαθητές του ουράνιες αλήθειες. Τους λέγει πως προτού ξημερώσει κάποιος μαθητής θα Τον προδώσει, οι άλλοι θα Τον εγκαταλείψουν κι αυτός ο Πέτρος, που Του υποσχόταν αγάπη μέχρι θανάτου, κι αυτός θα Τον αρνιότανε.

Ο Κύριος Όμως ποτέ δεν θα τους εγκατέλειπε. «Δεν θα σας αφήσω τους είπε, ορφανούς. Γι' αυτό μη ταράσσεσθε. Θα δοκιμάσετε βαθιά λύπη με τη φυγή μου από κοντά σας, όμως σύντομα η λύπη σας θα μετατραπεί σε χαρά. Φεύγω για τον Πατέρα μου. Πάω στο σπίτι μου. Πάω να ετοιμάσω εκεί τόπο και για σας. Το μέρος στο οποίο πηγαίνω τώρα, το ξέρετε κι εσείς. Ξέρετε ακόμη και τον δρόμο που οδηγεί εκεί».

Σε τούτο το σημείο ο Θωμάς τον διέκοψε για να του πει: «Κύριε, δεν ξέρουμε που πηγαίνεις και πως είναι δυνατό να ξέρουμε τον δρόμο;» Τη στιγμή αυτή ο Φίλιππος, που παρακολουθούσε με ενδιαφέρον την όλη συζήτηση, σπεύδει να διακόψει λέγοντας; «Κύριε, δείξον ημίν τον Πατέρα και αρκεί ημίν» (Ιωάν. ιδ', 8). Κύριε, είπες, πως θα πάς στον Πατέρα σου. Δείξε μας με μια αποκαλυπτική οπτασία τον Πατέρα Σου και τη δόξα Του, ώστε να Τον δούμε κι εμείς όπως παλιά τον είδαν ο Μωϋσής κι ο Ησαΐας και μας είναι αρκετό αυτό. Δεν θέλουμε περισσότερα. Το πρακτικό μυαλό του Φιλίππου αυτό ζητούσε.

Βαθιά ευγνωμοσύνη όμως πρέπει να νοιώθει κάθε καρδιά στον ζηλωτή απόστολο, γιατί με την απλότητα του, έδωσε την ευκαιρία στον Κύριο να διακηρύξει για το πρόσωπο Του: «Τοσούτον χρόνον μεθ' υμών ειμί, και ουκ έγνωκάς με, Φίλιππε; Ο εωρακώς εμέ, εώρακε τον Πατέρα, και πώς συ λέγεις, δείξον ημίν τον Πατέρα»; (Ιωάν. ιδ' 9). Τόσο καιρό είμαι μαζί σας, Φίλιππε, κι ακόμη δεν με γνώρισες; Δεν γνώρισες δηλαδή ότι είμαι ο Υιός του Θεού, Θεός όπως ο Πατέρας; Εκείνος που είδε εμένα κι εξετίμησε όπως πρέπει την αλήθεια της διδασκαλίας μου και την αγιότητα της ζωής μου και τη δράση μου τη θαυματουργική, είδε και τον Πατέρα. Και πώς συ λέγεις: Δείξε μας τον Πατέρα;

Να οι αδυναμίες του πρακτικού πνεύματος. Οι άνθρωποι δυστυχώς, που σκέπτονται μ' αυτόν τον τρόπο, απαιτούν συνήθως υλικές αποδείξεις και ζητούν να ικανοποιήσουν τις αισθήσεις τους για όλα τα θέματα. Η παραγνώριση όμως του πνευματικού παράγοντα οδηγεί πάντα σε λανθασμένα συμπεράσματα.
Τα πιο πάνω λόγια του Κυρίου προς τον Φίλιππο αποτελούν φυσικά ένα λεπτό έλεγχο προς τον ζηλωτή μαθητή. Περιλαμβάνουν όμως δογματική διδασκαλία, υψίστης στ' αλήθεια σημασίας. Τρία χρόνια κοντά στον Κύριο, κι ύστερα από τα όσα είδε κι άκουσε δεν επετρέπετο σ' αυτόν να υποθάλει τέτοιες ερωτήσεις. Ας το δεχθούμε όμως κι αυτό, σαν μια παραχώρηση του Θεού, για να δοθεί η ευκαιρία στον Κύριο να αποκαλύψει τις αλήθειες αυτές, που όσο κι αν πολεμήθηκαν από πλείστους αιρετικούς δεν παύουν να παραμένουν και σήμερα και σ' όλους τους αιώνες ο ακρογωνιαίος λίθος και το ασάλευτο θεμέλιο της Ορθοδοξίας μας. Ο Χριστός είναι το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος και ομοούσιος με τον Πατέρα. Για τη δική μας τη σωτηρία αφήκε τη δόξα του ουρανού και κατέβηκε στη γη σαν άνθρωπος και έγινε «υπέρ ημών κατάρα», για να μας εξαγοράσει από την κατάρα της αμαρτίας και να μας ανεβάσει στον ουρανό.

Με την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος κατά την ήμερα της Πεντηκοστής όλες αυτές φυσικά οι αδυναμίες των μαθητών πέρασαν. Μαζί με τους άλλους αποστόλους κι ο Φίλιππος ξεκίνησε για να μεταφέρει το μήνυμα της σωτηρίας εκεί που η αγάπη του Θεού τον κάλεσε. Με πίστη και ενθουσιασμό και πυρωμένη καρδιά ο πνευματέμφορος αυτός εργάτης της νέας πίστεως συνοδευόμενος πάντα κι από τον φίλο του Βαρθολομαίο και την αδελφή του Μαριάμνη προχώρησε και κήρυξε το Ευαγγέλιο του Χριστού σε διάφορες πόλεις της Λυδίας, της Μυσίας και της Παρθίας.  Λυδία και Μυσία. Επαρχίες της Μ. Ασίας. Η Λυδία βρισκόταν προς τα Ν.Δ. κι η Μυσία στα βόρεια της Μ. Ασίας. Η Παρθία ήταν ορεινή χώρα στα νοτιανατολικά της Κασπίας θάλασσας. Οι κάτοικοι Πάρθοι.

Παρά τις αφάνταστες δυσκολίες που συναντούσαν όπου πήγαιναν και τα εμπόδια που ο διάβολος παρενέβαλλε στο έργο τους, εν τούτοις οι απόστολοι νικούσαν στο τέλος και το έργο του Κυρίου προχωρούσε μέρα με τη μέρα. Πολύ συνέβαλαν στην προσπάθεια τους και τα πολλά θαύματα με τα οποία τους χαρίτωσε ο Κύριος. Θαύματα θεραπείας διαφόρων ασθενειών, αλλά και αναστάσεως νεκρών. Ένα τέτοιο θαύμα είναι και τούτο.

Βρισκόταν ο απόστολος με τη συνοδεία του στην Ιεράπολη της Φρυγίας. Εκεί ο μισόκαλος διάβολος βλέποντας τον εαυτό του νικημένο, παρεκίνησε μερικούς να συλλάβουν τον απόστολο και να τον βασανίσουν. Δεμένο τον οδήγησαν πρώτα στο δικαστικό βουλευτήριο. Εκεί ο έπαρχος Αρίσταρχος σαν τον είδε εφρύαξε κυριολεκτικά. Νομίζεις, του λέγει, πως μπορείς να τρομάξεις κι εμένα με τις μαγικές σου πράξεις;
Και χωρίς άλλο λόγο τον άρπαξε από τα μαλλιά κι άρχισε να τον σέρνει εδώ κι εκεί και να τον βασανίζει. Στην ενέργεια αυτή του ασεβή έπαρχου ο απόστολος δεν κρατήθηκε. Για να τον σωφρονίσει, αλλά και για να δώσει ένα μάθημα και στους άλλους που παρακολουθούσαν τον βασανισμό του, φώναξε δυνατά κι είπε:

- Κύριε, γνωρίζω την ευσπλαχνία σου. Όχι για να ικανοποιηθώ για την αδικία που μου γίνεται, αλλά για να σωφρονισθεί ο σκληρός αυτός άρχοντας για ότι μου κάμνει, μα και να γνωρίσουν κι οι άλλοι τη δύναμη Σου και να Ιδούν, ότι δεν είσαι μόνο αγάπη, αλλά και τιμωρός των κακών, δώσε να παραλύσει τούτο το χέρι, που κτυπά στην κεφαλή, που συ ευλόγησες.

Μόλις τέλειωσε τον λόγο του ο θείος απόστολος το θαύμα έγινε. Βαριά τιμωρία κτύπησε τον αναιδή και άδικο άρχοντα. Το χέρι ξεράθηκε. Κι ακόμη το ένα μάτι του τυφλώθηκε και τα αυτιά του κουφάθηκαν. Στο θέαμα αυτό οι παρευρισκόμενοι τρόμαξαν και με συντριβή ψυχής άρχισαν να παρακαλούν τον απόστολο να τον σπλαγχνιστεί και να τον ξανακάμει καλά. Στην παράκληση τους ο ανεξίκακος μαθητής τόνισε:


- Ο άρχοντας μπορεί να γίνει καλά, αρκεί τόσο αυτός, όσο κι εσείς να πιστέψετε στον αληθινό Θεό και στον Ιησού Χριστό που έστειλε κι έπαθε για μας.

Μια νεκρική πομπή, που περνούσε την ώρα εκείνη από το μέρος εκείνο, σταμάτησε ξαφνικά. Μερικοί μάλιστα απ' αυτούς, που συνόδευαν τον νεκρό κι έτυχε να είναι φίλοι κι ομοϊδεάτες του άρχοντα, στράφηκαν με διάθεση εκδικήσεως στον απόστολο και του είπαν ειρωνικά:

— Αν ο Θεός σου μπορεί να αναστήσει τούτο τον νεκρό, που παίρνουμε να θάψουμε, τότε να Τον πιστέψουμε κι εμείς κι ο Αρίσταρχος, ο άρχοντας μας.

Συγκλονισμένος ο απόστολος από την πρόταση τους, σήκωσε τα μάτια στον ουρανό κι αφού έκαμψε τα γόνατα, ανέπεμψε μυστικά μια ολόθερμη προσευχή. Ύστερα, αφού στράφηκε προς τον νεκρό που βρισκόταν στο φέρετρο, τον κάλεσε με το όνομα του και του είπε:

- Θεόφιλε, ο Παντοδύναμος Θεός σε διατάζει να σηκωθείς κι ελεύθερα να ειπείς ότι θέλεις.

Ευλογητός ο Θεός! Το θαύμα έγινε στη στιγμή. Ο νεκρός σηκώθηκε από το φέρετρο, πετάχτηκε κάτω, κι αφού γονάτισε μπροστά στον απόστολο του είπε μ' έναν αναστεναγμό βαθιάς ανακουφίσεως.

Σ' ευχαριστώ, καλέ μου άνθρωπε. Σ' ευχαριστώ, άγιε του Θεού, για τη σωτηρία που μου χάρισες. Μερικοί μαύροι κι απαίσιοι με έσερναν από τα χέρια, για να με ρίξουν στην Κόλαση. Η παρέμβαση σου με γλίτωσε. Θα έφευγα από τούτο τον κόσμο αμαρτωλός, χωρίς να ξέρω την αλήθεια. Κι η αλήθεια είναι μία. Ο Ιησούς Χριστός που κηρύττεις είναι ο αληθινός Θεός. Πιστεύω κι εγώ στον Χριστό με όλη μου την ψυχή.

Το θαύμα συντάραξε τα πλήθη. Το κάλεσμα του νεκρού με το όνομα του κι η ανάσταση του συνεκίνησε όσους βρισκόντουσαν εκεί, που χωρίς κανένα δισταγμό πίστεψαν στον Χριστό κι αναφώνησαν:

-Άνθρωπε μας, πιστεύουμε, πως ο Θεός, τον οποίο Συ κηρύττεις, είναι ο αληθινός Θεός. Τώρα, βοήθησε μας να σωθούμε και συγχώρησε και τον άρχοντα.

Τότε ο απόστολος, αφού κατάπαυσε με το χέρι του τον θόρυβο, παρήγγειλε σ' ένα από τους άρχοντες που συνόδευαν τον νεκρό να κάμει το σημείο του σταυρού πάνω στον Αρίσταρχο και να ζητήσει τη βοήθεια της Αγίας Τριάδος. Ο άρχοντας έκαμε ότι του είπε ο απόστολος κι η θεραπεία ακολούθησε. Ο Αρίσταρχος έγινε αμέσως τελείως καλά. Το αποτέλεσμα συγκινητικό. Πολλοί ζήτησαν και βαπτίσθηκαν την ίδια ώρα. Πρώτος ο πατέρας του αναστηθέντος νεκρού, που λεγόταν Πρέφικτος κι ήταν κι αυτός ένας από τους άρχοντες της πόλεως. Μετά τη βάπτιση του ο αναγεννημένος πια άνθρωπος έδωσε στον απόστολο τους δώδεκα χρυσούς θεούς που είχε στο σπίτι του μαζί με τα άλλα υπάρχοντα του, για να τα διαμοιράσει στους φτωχούς και να τα χρησιμοποιήσει, όπως αυτός έκρινε καλύτερα.

Πόσο αλλάζει ο άνθρωπος, όταν αφήσει ελεύθερη την καρδιά του να την καταυγάσει το φως και η χάρη του Χριστού! Γι' αυτές τις περιπτώσεις είναι που εφαρμόζεται απόλυτα ο λόγος του ψαλμωδού: «Αυτή η αλλοίωσις της δεξιάς του Υψίστου (Ψαλμ. ος' (οζ') 11). Ναι! Αυτή η αλλοίωση και μεταβολή που γίνεται στην καρδιά του ανθρώπου, είναι έργο της δυνάμεως του Θεού.

Για χρόνια πολλά συνέχισε η ευλογημένη αυτή ομάδα το ανορθωτικό και σωστικό έργο της στις διάφορες πόλεις των επαρχιών που αναφέραμε. Τα αποτελέσματα, στ' αλήθεια, θαυμαστά. Όπου «επλεόνασεν η αμαρτία υπερεπερίσσευσεν η χάρις» (Ρωμ. ε’, 20). Εκεί που πληθύνθηκε η αμαρτία, δόθηκε πολύ πιο άφθονη η χάρη. Εκεί που η αμαρτία είχε σχεδόν αποκτηνώσει τα θύματα της, ένας καινούργιος κόσμος αναγεννάτε. Ο κόσμος της καλοσύνης και της αγάπης. Ο κόσμος ο όμορφος, ο αγγελικά πλασμένος. Ο κόσμος της αρετής. Η άλλοτε χριστιανική Μ. Ασία.

Έφτασε όμως ο καιρός να επικυρώσει ο θείος απόστολος τα όσα δίδασκε και με τη θυσία της ζωής του. Ήρθε ο καιρός να μαρτυρήσει. Εκεί στην Ιεράπολη της Φρυγίας μια μέρα που δίδασκε, μερικοί φανατικοί ειδωλολάτρες τον συνέλαβαν κι αφού τον βασάνισαν σκληρά, τον οδήγησαν στους άρχοντες. Μια ψευτοδίκη κατέληξε στην απόφαση ο απόστολος να θανατωθεί. Οι δήμιοι, που περίμεναν, άρπαξαν τον Φίλιππο, του έδεσαν τους αστραγάλους και τον κρέμασαν σ' ένα δένδρο με το κεφάλι προς τα κάτω. Ύστερα πήραν και τον Βαρθολομαίο κι αφού τον βασάνισαν κι αυτόν, τον κρέμασαν. Τον απόστολο Φίλιππο τον σταύρωσαν. Η αδελφή του Μαριάμνη με πόνο ψυχής παρακολουθεί το μαρτύριο του αδελφού της και του άλλου αποστόλου και προσεύχεται να τους δώσει ο Θεός δύναμη και υπομονή. Ένας σεισμός που έγινε την ώρα εκείνη έδειξε την αγάπη του Θεού στους εργάτες του Ευαγγελίου. Οι αλλεπάλληλες δονήσεις που έγιναν σε ολόκληρη τη χώρα κατατρόμαξαν τα πλήθη που έτρεξαν με δάκρυα να ζητήσουν συγχώρηση από τους αποστόλους. Ο Κύριος στις παρακλήσεις των εργατών του σταμάτησε το σεισμό και με μια θαυμαστή οπτασία τους έδωκε μια ακόμη απόδειξη της θείας του δυνάμεως. Μια σκάλα παρουσιάστηκε εκεί να ενώνει τη γη με τον Ουρανό. Τα πλήθη έτρεξαν και κατέβασαν το Βαρθολομαίο από εκεί που ήταν κρεμασμένος. Όταν θέλησαν να κατεβάσουν και τον Φίλιππο από τον Σταυρό, αυτός δεν δέχθηκε, αλλά συνέχισε να διδάσκει τα πλήθη που ήσαν γύρω και να τα προτρέπει να μετανοήσουν και να βαπτισθούν. Διδάσκοντας αφήκε την αγία του ψυχή να πετάξει στον Ουρανό, στη χώρα της αιωνιότητας. Ο απόστολος Βαρθολομαίος και η Μαριάμνη πήραν το τίμιο λείψανο και το έθαψαν μαζί με εκείνους που πίστεψαν και βαφτίστηκαν, με σεβασμό κι ευλάβεια ραίνοντας το με τα δάκρυα της αγάπης τους. Το σεπτό σκήνωμα του αποστόλου για πολλά χρόνια στόλισε τον ιερό ναό που είχε κτισθεί στην Ιεράπολη προς τιμή του αγίου. Η δε αγία κάρα του τιμήθηκε από διάφορους αυτοκράτορες, όπως τον Θεοδόσιο, τον Ηράκλειο και άλλους με τις βασιλικές σφραγίδες τους.

Μετά την άλωση της Βασιλίδος των πόλεων από τους Λατίνους κατά το 1204 το σεπτό λείψανο μεταφέρθηκε στην Κύπρο και για πολλά χρόνια φυλασσόταν στο χωριό Άρσος. Το χωριό αυτό λέγεται επίσημα και Αρσινόη. της Πάφου, στον ιερό ναό που κτίστηκε εκεί προς τιμή του αποστόλου. Αργότερα ένα μέρος των λειψάνων για ευλογία διανεμήθηκε σε διάφορα μέρη. Η θήκη δε με την ιερή κάρα προ του 1788 για μεγαλύτερη, τάχατες, ασφάλεια μετακομίσθηκε στην Ιερά Μονή του Σταυρού στο Όμοδος. Εκεί φυλάσσεται μέχρι σήμερα.

Σε χρόνια περασμένα, που το νησί μας μέσα στα τόσα άλλα το έδερνε και επιδημία ακριδών, οι πατέρες μας μετέφεραν τη θήκη με την αγία κάρα μέχρι τη Μεσαορία και έκαμναν αγιασμό, κι εράντιζαν τα σπαρτά και τα δένδρα, για να τα απαλλάξουν από την αληθινή αυτή μάστιγα.

Θαύματα πολλά γίνονται και στις ήμερες μας σε όλους εκείνους που με βαθιά πίστη καταφεύγουν στον Κύριο και με ευλάβεια εκζητούν τη μεσιτεία του πνευματέμφορου αποστόλου.

Σε κείνους που για οποιονδήποτε λόγο δυσκολεύονται ν' αποδεχθούν τούτη την αλήθεια και προτιμούν να ζουν με τις αμφιβολίες και τις επιφυλάξεις τους υπενθυμίζουμε με αγάπη μια υπόδειξη πολύ αποτελεσματική, που έκαμε κάποτε ο φλογερός απόστολος μας στον φίλο του Ναθαναήλ. Στη δυσκολία του ν' αποδεχθεί κι αυτός την πληροφορία του ερχομού του Μεσσία, που με λαχτάρα περίμεναν όλες οι ευλαβείς ψυχές, ο Φίλιππος με απλότητα υπέδειξε το «έρχου και ίδε». Την ίδια αυτή υπόδειξη απευθύνει και σήμερα στον καθένα μας ο πρακτικός απόστολος. Είναι μια συμβουλή για ένα θετικό πειραματισμό. Είναι και μια πρόσκληση συγχρόνως να δοκιμάσει ο κάθε άνθρωπος τη χριστιανική διδασκαλία και ζωή.


«Έρχου και ίδε». Τρεις λέξεις με υπέροχη σημασία. «Έρχου». Άνθρωπε, διψάς να γνωρίσεις την αλήθεια; Έλα. Πλησίασε. Ο Χριστός είναι η αλήθεια. «Εγώ ειμί η οδός και η αλήθεια και η ζωή». (Ιωάν. ιδ', 6), δια κηρύττει ο ίδιος. Η προσωπική γνωριμία σου με τον Χριστό θα σε πείσει απόλυτα ότι η διδασκαλία Του είναι η μοναδική αλήθεια που λύει όλα τα μεγάλα προβλήματα του ανθρώπου και του ξεκουράζει την ψυχή. Τον ήλιο δεν τον χαίρεται ποτέ ένας σαν μένει ερμητικά κλειστός σ' ένα δωμάτιο. Είναι ανάγκη να ανοίξει το παράθυρο. Και τον Χριστό δεν μπορεί κανένας να Τον καταλάβει από μακριά. Πρέπει να πλησιάσει. Και να δει και να γνωρίσει. Πρέπει να λουσθεί ένας στις ζωογόνες Του ακτίνες. Κάτι περισσότερο. Πρέπει να ζήσει τον Χριστό και να υποτάξει τον εαυτό του και το θέλημα του στο θέλημα του Χριστού. Πρέπει να μπορεί να λέγει σαν τον Παύλο: «Ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός».

Έλα, λοιπόν, αδελφέ μου, και «ίδε». Όταν με τέτοιες διαθέσεις πλησιάσουμε τον Χριστό, τότε θα δούμε κι εμείς με τα μάτια μας και θα δια κηρύξουμε με όλη τη δύναμη των πνευμόνων μας αυτό που διακήρυξε κι ο αγνός στην ψυχή Ναθαναήλ: «Ραββί, συ ει ο Υιός του Θεού, συ ει ο βασιλεύς του Ισραήλ» (Ιωάν. α’, 50). Διδάσκαλε, στ' αλήθεια, συ είσαι ο Υιός του Θεού, συ είσαι ο βασιλιάς του Ισραήλ.


Όσο πιο γρήγορα ο καθένας μας σπεύσει να αποδεχθεί τούτη τη σωστική αλήθεια και να πλησιάσει τον Χριστό και να τον πιστεύσει για Θεό και Σωτήρα του, τόσο και πιο γρήγορα υπάρχει ελπίδα να βγούμε από τον λαβύρινθο στον όποιο οι ίδιοι κλειστήκαμε. Να βγούμε, για να ξαναδούμε το φως της ζωής, και να γευτούμε τη χαρά και να λυτρωθούμε από το άγχος που μας δέρνει, μα και τον φόβο μιας ολοκληρωτικής αυτοκαταστροφής.

Η χάρις του Τριαδικού θεού, δια των πρεσβειών του αγίου ενδόξου αποστόλου Φιλίππου, του οποίου η θήκη των λειψάνων χρόνια τώρα αγιάζει το ευλογημένο νησί μας, να χαρίσει στην Κύπρο μας το ταχύτερο την ποθητή ελευθερία. Ναι! την ελευθερία. Και μαζί μ' αυτή στους αγνοούμενους μας την επιστροφή στις οικογένειες τους, στους πρόσφυγές μας τη χαρά του γυρισμού στα σπίτια τους και τα χωριά τους και στον φιλόθρησκο λαό μας πλούσιες τις δωρεές και ευλογίες Του. Αμήν.


Απολυτίκιο. Ήχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείαν έλλαμψιν, του Παρακλήτου, εισδεξάμενος, πυρός εν είδει, παγκοσμίως ως αστήρ ανατέταλκας, και της αγνοίας τον ζόφον διέλυσας, τη θεία αίγλη Απόστολε Φίλιππε. Όθεν πρέσβευε, Χριστώ τω Θεώ δεόμεθα, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.


Κοντάκιον. Ήχος πλ. δ’. Ως απαρχάς.
Ο μαθητής και φίλος σου, και μιμητής τού πάθους σου, τη οικουμένη Θεόν σε εκήρυξεν, ο θεηγόρος Φίλιππος, Ταις αυτού ικεσίαις, εξ εχθρών παρανόμων, την Εκκλησίαν σου, διά της Θεοτόκου συντήρησον Πολυέλεε.

13 Νοεμβρίου - Σήμερα γιορτάζουν οι:

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ (ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝ/ΠΟΛΗΣ)





Ο μεγάλος αυτός πατέρας και διδάσκαλος της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας γεννήθηκε στην Αντιόχεια το 347 μ.Χ. Πατέρας του ήταν ο στρατηγός Σεκούνδος και μητέρα του η Ανθούσα. Γρήγορα έμεινε ορφανός από πατέρα, και η μητέρα του - χήρα τότε 20 ετών - τον ανέθρεψε και τον μόρφωσε κατά τον καλύτερο χριστιανικό τρόπο. Ήταν ευφυέστατο μυαλό και σπούδασε πολλές επιστήμες στην Αντιόχεια - κοντά στον τότε διάσημο ρήτορα Λιβάνια - αλλά και στην Αθήνα, μαζί με τον αγαπημένο του φίλο Μ. Βασίλειο. Όταν αποπεράτωσε τις σπουδές του, επανήλθε στην Αντιόχεια και αποσύρθηκε στην έρημο για πέντε χρόνια, όπου ασκήτευε προσευχόμενος και μελετώντας τις Άγιες Γραφές. Ασθένησε όμως και επέστρεψε στην Αντιόχεια, οπού χειροτονήθηκε διάκονος -το 381, σε ηλικία 34 ετών - από τον Αρχιεπίσκοπο Αντιοχείας Μελέτιο. Αργότερα δε από τον διάδοχο του Μελετίου Φλαβιανό πρεσβύτερος σε ηλικία 40 ετών. Κατά την Ιερατική του διακονία ανέπτυξε όλα τα ψυχικά του χαρίσματα, πύρινο θείο ζήλο και πρωτοφανή ευγλωττία στα κηρύγματα του. Έσειε και συγκλόνιζε τα πλήθη της Αντιόχειας και συγκινούσε τις ψυχές τους βαθύτατα. Η φήμη του αυτή έφτασε μέχρι τη βασιλεύουσα και έτσι, την 15η Δεκεμβρίου 397, με κοινή ψήφο βασιλιά Αρκαδίου και Κλήρου, έγινε Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης, κάτι που ο ίδιος δεν επεδίωξε ποτέ. Και από την θέση αυτή ο Ιερός Χρυσόστομος, εκτός άλλων, υπήρξε αυστηρός ασκητής και δεινός ερμηνευτής της Αγίας Γραφής, όπως φαίνεται από τα πολλά συγγράμματα του (διασώθηκαν 804, περίπου, ομιλίες του). Έργο επίσης του Χρυσοστόμου είναι και η Θεία Λειτουργία, που τελούμε σχεδόν κάθε Κυριακή, με λίγες μόνο, από τότε μετατροπές. Ο ιερός Χρυσόστομος κατά τη διάρκεια της πατριαρχείας του, υπήρξε αδυσώπητος ελεγκτής κάθε παρανομίας και κακίας. Αυτό όμως έγινε αίτια να δημιουργήσει φοβερούς εχθρούς, και μάλιστα αυτήν την αυτοκράτειρα Ευδοξία, επειδή ήλεγχε τις παρανομίες της. Αυτή μάλιστα, σε συνεργασία με τον τότε Πατριάρχη Αλεξαδρείας Θεόφιλο (ενός μοχθηρού και άσεβους ανθρώπου),συγκάλεσε σύνοδο (παράνομη) από 36 επισκόπους (όλοι τους πνευματικά ύποπτοι και δυσαρεστημένοι από τον άγιο) στο χωριό Δρυς της Χαλκηδόνας και πέτυχε την καθαίρεση και εξορία του Αγίου σ' ένα χωριό της Βιθυνίας. Η απόφαση αυτή όμως, τόσο εξερέθισε τα πλήθη, ώστε αναγκάστηκε αυτή η ίδια η Ευδοξία να τον ανακαλέσει από την εξορία και να τον αποκαταστήσει στο θρόνο με άλλη συνοδική αθωωτική απόφαση (402). Αλλά λίγο αργότερα, η ασεβής αυτή αυτοκράτειρα, κατάφερε και πάλι να εξορίσει τον Άγιο (20 Ιουνίου 404) στην Κουκουσό της Αρμενίας και από κει στα Κόμανα, όπου μετά από πολλές κακουχίες και άλλες ταλαιπωρίες πέθανε το 407 μ.Χ. Ο Μ. Ι. Γαλανός στον Συναξαριστή του, μεταξύ των άλλων, αναφέρει για τον Ιερό Χρυσόστομο, ότι υπήρξε και αναγνωρίζεται ως ο πιο άριστος και δημοφιλής διδάσκαλος της Χριστιανικής Εκκλησίας. Κανένας δεν εξήγησε όπως αυτός, με τόσο πλούτο και τόση σαφήνεια τα νοήματα των θείων Γραφών, ούτε δε υπήρξε εφάμιλλος του στην ετοιμολογία, την απλότητα, αλλά και στη φλόγα και τη δύναμη της ρητορείας. Υπήρξε ρήτορας θαυμαστός, λογοτέχνης απαράμιλλος, βαθύτατος και διεισδυτικότατος, ψυχολόγος και καταπληκτικός κοινωνιολόγος με αίσθημα χριστιανικής ισότητας, χωρίς προνομιούχους, με καθολική αδελφότητα. Ανήκει σ' αυτούς πού φαίνονται "ως φωστήρες εν κόσμω". Δηλαδή σαν φωτεινά αστέρια μέσα στον κόσμο. Να σημειώσουμε εδώ, ότι ο ιερός Χρυσόστομος πέθανε την 14η Σεπτεμβρίου, αλλά λόγω εορτής της υψώσεως του Τιμίου Σταυρού μετατέθηκε ή εορτή της μνήμης του τη ν 13η Νοεμβρίου. Επίσης την 15η Δεκεμβρίου εορτάζουμε τη ν χειροτονία του σε Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, την 27η Ιανουαρίου την ανακομιδή των λειψάνων του, αλλά η μνήμη του εορτάζεται και την 30ή Ιανουαρίου μαζί με τον Μ. Βασίλειο και τον Αγ. Γρηγόριο τον Θεολόγο. Και τέλος την 26η Φεβρουαρίου εορτάζουμε την μνήμη της χειροτονίας του σε πρεσβύτερο.

Απολυτίκιο. Ήχος πλ. δ’.
Η του στόματος σου καθάπερ πυρσός εκλάμψασα χάρις την οικουμένην εφώτισεν αφιλαργιρίας τω κόσμω θησαυρούς εναπέθετο, το ύψος ημίν της ταπεινοφροσύνης υπέδειξεν. Αλλά σοις λόγοις παιδεύων, Πάτερ Ιωάννη Χρυσόστομε, πρέσβευε τω Λόγω Χριστώ τω Θεώ, σωθήναι τας ψυχάς ημών.


Κοντάκιον. Ήχος πλ. β’. Την υπέρ ημών.
Εκ των ουρανών εδέξω την θείαν χάριν, και διά των σων χειλέων, πάντας διδάσκεις, προσκυνείν εν Τριάδι τον ένα Θεόν, Ιωάννη Χρυσόστομε, παμμακάριστε Όσιε, επαξίως ευφημούμεν σε, υπάρχεις γάρ καθηγητής, ως τα θεία σαφών.

(12-11) Σήμερα γιορτάζουν οι:





ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΕΛΕΗΜΩΝ
(ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ)




Ἰωάννης πένησι δοὺς καὶ σκορπίσας,
Ὢ ποῖα Χριστῷ νῦν παρεστὼς λαμβάνει!
ᾬχετο ἀκτεάνων δυοκαιδεκάτῃ Ἐλεητής.


Βιογραφία

Ο Άγιος Ιωάννης ο Ελεήμων γεννήθηκε στην Αμαθούντα της Κύπρου (η Αμαθούς, ήταν η σημερινή Παλαιά Λεμεσός). Ήταν γιος του άρχοντα Επιφανίου και της Ευκοσμίας και έζησε στα χρόνια του Βασιλιά Ηρακλείου (615 μ.Χ.).


Όταν μεγάλωσε, νυμφεύθηκε και απέκτησε παιδιά, τα οποία ανέτρεψαν με τη σύζυγό του σαν αληθινοί χριστιανοί γονείς. Γρήγορα, όμως, η γυναίκα του και τα παιδιά του πέθαναν. Ο Ιωάννης είχε μεγάλη περιουσία και του έγιναν πολλές προτάσεις να κάνει καινούργια οικογένεια. Όμως τις απέρριψε όλες, απαντώντας: «Νομίζω, προς όλους είμαι οφειλέτης. Και δεν το νομίζω μόνο. Είμαι. Διότι οι χριστιανοί έχουμε αλληλεγγύη. Δεν το λέει ο Παύλος; Εἴμεθα μέλη ἀλλήλων. Αφού, λοιπόν έχω τη δυνατότητα να δώσω στους αδελφούς μου, άρα είμαι και υποχρεωμένος να δώσω. Να γιατί εργάζομαι και δε θα πάψω να το κάνω. Η περιουσία μου δεν μπορεί να είναι ανώτερη απ' αυτά τα χρέη μου».


Για τη λαμπρότητα της ζωής του, ο Ιωάννης έγινε αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας. Διέπρεψε σαν πνευματική λυχνία στην πατριαρχεία πολλά χρόνια και έκανε πολλά θαύματα. Επειδή δε μοίραζε πλουσιοπάροχα στους φτωχούς την ελεημοσύνη ονομάστηκε Ελεήμων. Είχε καταστεί τόσο σεβάσμιος, ώστε και αυτοί οι ειδωλολάτρες τον σέβονταν. Τελικά, ειρηνικά παρέδωσε την μακάρια ψυχή του στο Θεό το 620 μ.Χ. Και είναι μακάρια η ψυχή του, διότι ο Κύριος λέει: «Μακάριοι οἱ ἐλεήμονες, ὅτι αὐτοὶ ἐλεηθήσονται» ( Ευαγγέλιο Ματθαίου, ε' 7). Μακάριοι, δηλαδή, είναι οι ευσπλαχνικοί στη δυστυχία του πλησίον, διότι αυτοί θα ελεηθούν από το Θεό.



Ανάλυση ονόματος*

ΙΩΑΝΝΗΣ: (λεξ. εβρ.) = η χάρις και εύνοια του Θεού (προς τους ανθρώπους).

Ιστορικά στοιχεία ονόματος

1) ο υιός του ιερέα Ζαχαρία και της Ελισάβετ, ο πρόδρομος και βαπτιστής του Ιησού.
2) ο υιός του Ζεβεδαίου και της Σαλώμης, αδελφής της Θεοτόκου, ο μαθητής του Ιησού και Ευαγγελιστής, αποθανών εις βαθύ γήρας εν Πάτμω.
3) Ο μέγιστος των εκκλησιαστικών ρητόρων Ιωάννης ο Χρυσόστομος
4) Πλοίστοι άλλοι Άγιοι, βασιλείς και ιεράρχαι.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Ἐν τῇ ὑπομονῇ σου ἐκτήσω τὸν μισθόν σου Πάτερ, Ὅσιε, ταῖς προσευχαῖς ἀδιαλείπτως ἐγκαρτερήσας, τοὺς πτωχοὺς ἀγαπήσας, καὶ τούτοις ἐπαρκέσας· Ἀλλὰ πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, Ἰωάννη Ἐλεῆμον μακάριε, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Κοντάκιον

Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Τὸν πλοῦτον τὸν σόν, ἐσκόρπισας τοῖς πένησι, καὶ τῶν οὐρανῶν, τὸν πλοῦτον νῦν ἀπείληφας, Ἰωάννη πάνσοφε· διὰ τοῦτο πάντες σε γεραίρομεν, ἐκτελοῦντες τήν μνήμην σου, τῆς ἐλεημοσύνης ὦ ἐπώνυμε.

Ὁ Οἶκος

Ἴδιον κάλλος ἐνθεὶς τῇ ψυχῇ σου, τὴν γνησίαν ἀγάπην, καὶ τὴν ὡραίαν συμπάθειαν, κόρην ὡραίως κεκοσμημένην, τὴν ἐλεημοσύνην, κλάδοις ἐλαίας ἐν τῇ νυκτὶ ἀψευδῶς, Ἰωάννη ἑώρακας, ἱλαρῶς σοι φθεγγομένην. Ἐὰν κτήσῃ με φίλην καὶ σύνοικον, ἄξω σε ἐνώπιον τοῦ Βασιλέως Χριστοῦ, καὶ πεισθείς, τοῦ σκοποῦ οὐ διήμαρτες, τῆς ἐλεημοσύνης ὦ ἐπώνυμε.

Κάθισμα

Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν καὶ Λογον.
Ἐλεήμονα γνώμην ἀναλαβών, εὐσυμπάθητος ὤφθης προσεπαρκῶν, πτωχοῖς ἐνδεέσι τε, Ἰωάννη θεόπνευστε, διὰ τοῦτο κλῆσιν, τῇ πράξει κατάλληλον, παρὰ πάντας μάκαρ, Ἁγίους ἐπλούτησας· ὅθεν ὁ δοτὴρ σε, τοῦ ἐλέους μεγάλως, θεόφρον ἠλέησε, καὶ φαιδρῶς κατελάμπρυνεν, Ἱεράρχα πανόλβιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν Ἁγίαν μνήμην σου.



(11-11) Σήμερα γιορτάζουν οι:

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΗΝΑΣ 
Ο ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΑΣ
"Ο ΕΝ ΤΩ ΚΟΤΥΑΕΙΩ"




Ο Άγιος Μηνάς γεννήθηκε στην Αίγυπτο στα μέσα περίπου του 3ου αιώνα μ.Χ. από γονείς ειδωλολάτρες. Ωστόσο, το ειδωλολατρικό περιβάλλον στο οποίο μεγάλωνε, δεν κατάφερε να σκληρύνει την καρδιά του η οποία, όταν ήλθε η στιγμή, σκίρτησε ακούγοντας την φωνή του «ετάζοντος καρδίας και νεφρούς» (Ψλμ.7,10) Θεού και έτσι ο, έφηβος ακόμη, Μηνάς έγινε χριστιανός.
Μεγαλώνοντας, επέλεξε να σταδιοδρομήσει στον Ρωμαϊκό στρατό, στο ιππικό τάγμα των Ρουταλικών, υπό την διοίκηση του Αργυρίσκου. Η έδρα της μονάδας του ήταν στο Κοτυάειον (σημερινή Κιουτάχεια) της Μικράς Ασίας. Εκεί ο Μηνάς διακρίθηκε και για την φρόνησή του αλλά και για το ανδρείο του φρόνημα και γι’ αυτό έχαιρε εκτιμήσεως στο κύκλο των στρατιωτικών.
Δυστυχώς όμως, τρεις αιώνες μετά την έλευση του Χριστού και ο παλαιός κόσμος ακόμη δεν ήθελε να δεχθεί το λυτρωτικό μήνυμα της Αναστάσεως, παραμένοντας αυτάρεσκα, εγωιστικά και αυτοκαταστροφικά προσκολλημένος στη φθορά και το σκοτάδι. Οι αυτοκράτορες της Ρώμης άρχισαν και πάλι «προς κέντρα λακτίζειν» (Πράξεις 26,14). Ο Διοκλητιανός και ο Μαξιμιανός διέταξαν διωγμό εναντίον των λογικών προβάτων του Χριστού, διωγμό ο οποίος κράτησε από το 303 έως το 311 μ.Χ. Έτσι, οι Ρωμαίοι στρατιώτες διατάχθηκαν να συλλαμβάνουν και να τυραννούν τους χριστιανούς προσπαθώντας να τους κάνουν να αλλαξοπιστήσουν. Αυτή ήταν και η πρώτη κρίσιμη στιγμή κατά την οποία ό Μηνάς κλήθηκε να πει «το μεγάλο ναι ή το μεγάλο όχι». Η πίστη του στον Χριστό νίκησε την κοσμική «σύνεση» και λογική.
Ο Άγιος δεν άντεξε, πέταξε στη γη την στρατιωτική του ζώνη απεκδυόμενος μ’ αυτόν τον τρόπο την ιδιότητα του στρατιώτη - διώκτη των χριστιανών, και διέφυγε στο παρακείμενο όρος. Εκεί ασκήτευε, προτιμώντας την συντροφιά των θηρίων της φύσης από την συντροφιά των αποθηριωμένων ειδωλολατρών. Εκεί, «εν ερημίαις πλανώμενος και όρεσι και σπηλαίοις και ταις οπαίς της γης» (Εβρ. 11,38), έζησε επί αρκετό διάστημα με νηστεία, αγρυπνία και προσευχή. Η ασκητική ζωή και η ησυχία εθέρμαναν την καρδιά του ανάβοντας τον θείο έρωτα και τον πόθο του μαρτυρίου.

Έτσι, σε ηλικία πενήντα περίπου ετών, μετά από θεία αποκάλυψη ότι είχε φτάσει η ώρα του μαρτυρίου, κατέβηκε στην πόλη, σε μέρα ειδωλολατρικού πανηγυριού και με παρρησία, εν μέσω των μαινομένων ειδωλολατρών, ομολόγησε τον Χριστό ως τον ένα και αληθινό Θεό, μυκτηρίζοντας τα κωφά και αναίσθητα είδωλα. Συνελήφθη και σύρθηκε δερόμενος μπροστά στον Πύρρο, τον διοικητή της πόλεως. Εκεί, μιλώντας με θάρρος, αποκάλυψε το όνομά του, την καταγωγή του, το στρατιωτικό του παρελθόν και, φυσικά, διεκήρυξε με τόλμη και αταλάντευτη επιμονή την πίστη του στον Χριστό. Οδηγήθηκε στη φυλακή και το πρωί της επομένης ημέρας, μετά το πέρας του ειδωλολατρικού πανηγυριού, τον παρουσίασαν και πάλι ενώπιον του ηγεμόνος ο οποίος τον κατηγόρησε ότι εξύβρισε τους θεούς και μάλιστα μπροστά του και ότι λιποτάκτησε από τον στρατό. Ο Άγιος αποδέχθηκε τις κατηγορίες χωρίς δισταγμό.

Ο Πύρρος, ευλαβούμενος στην αρχή την ηλικία και την ευκοσμία του, προσπάθησε με λόγια και υποσχέσεις αλλά και με απειλές στη συνέχεια, να τον αποσπάσει από την πίστη του Χριστού. Όταν οι προσπάθειές του προσέκρουσαν στην σταθερή άρνηση του Αγίου, διέταξε να τον υποβάλουν σε ανυπόφορα βασανιστήρια. Οι δήμιοι τον μαστίγωσαν τόσο πολύ ώστε άλλαξαν δύο και τρεις φορές οι μαστιγωτές του. Τον κρέμασαν και τον έγδερναν μέχρι που άρχισαν να φαίνονται τα εσωτερικά όργανα του Αγίου. Έπειτα, σαν να μην έφθαναν αυτά, έτριβαν το καταπληγωμένο του σώμα με τρίχινο ύφασμα και στο τέλος τον έσερναν γυμνό και κατακρεουργημένο πάνω σε μεταλλικά αγκάθια. Όλα τα υπέμενε με γενναιότητα και καρτεροψυχία ο Μάρτυς του Χριστού, εφαρμόζοντας το Ευαγγελικό «και μη φοβηθήτε από των αποκτεννόντων το σώμα, την δε ψυχήν μη δυναμένων αποκτείναι» (Ματθαίος 10,28).
Μάλιστα, την ώρα του μαρτυρίου, κάποιοι παλιοί συστρατιώτες του τον προέτρεπαν να θυσιάσει στα είδωλα λέγοντας ότι ο Θεός του θα τον δικαιολογήσει βλέποντας τα βασανιστήρια στα οποία τον υπέβαλλαν. Ο Άγιος αρνήθηκε αποφασιστικά και τους απάντησε ότι προσφέρει θυσία ακόμη και τον εαυτό του στον Χριστό, ο οποίος τον ενδυναμώνει για να υπομένει τις πληγές.
Ο ηγεμόνας, θαυμάζοντας την ευστοχία και την σοφία των απαντήσεων του Μάρτυρα, τον ρώτησε απορημένος πώς είναι δυνατόν ένας τραχύς στρατιώτης σαν αυτόν να μπορεί να απαντά κατ’ αυτόν τον τρόπο. Και ο Άγιος, με τη φώτιση του Θεού, του αποκρίθηκε ότι αυτή την ικανότητα την χαρίζει στους μάρτυρές του ο Χριστός, όπως έχει υποσχεθεί στο Ευαγγέλιο: «όταν δε προσφέρωσιν υμάς επί τας συναγωγάς και τας αρχάς και τας εξουσίας, μη μεριμνάτε πώς ή τι απολογήσησθε ή τι είπητε. Το γαρ Άγιον Πνεύμα διδάξει υμάς εν αυτή τη ώρα ά δει ειπειν» (Λουκά ιβ’, 11-12).
Τότε, απελπισμένος ο τύραννος, διέταξε να τον αποκεφαλίσουν. Βαδίζοντας προς τον τόπο της εκτέλεσης ο Άγιος πρόλαβε να ζητήσει από κάποιους κρυπτοχριστιανούς να μεταφέρουν το λείψανό του στην Αίγυπτο.
Ο αποκεφαλισμός του έγινε την 11η Νοεμβρίου στις αρχές του 4ου αι. μ.Χ. και έτσι η ψυχή του πέταξε χαρούμενη προς τον Σωτήρα Χριστό τον οποίο τόσο επόθησε ο Άγιος και για τον οποίο θυσιάσθηκε. Οι δήμιοι άναψαν φωτιά για να κάψουν το σώμα του.
Ότι κατάφεραν οι χριστιανοί να περισώσουν από την πυρά το μετέφεραν στην Αίγυπτο και το έθαψαν κοντά στην Μαρεώτιδα λίμνη, νοτιοδυτικά της Αλεξάνδρειας.
Στο σημείο εκείνο σταμάτησε, κατά την παράδοση, η καμήλα που μετέφερε τα λείψανα αρνούμενη πεισματικά να προχωρήσει. Έτσι οι χριστιανοί κατάλαβαν ότι ήταν θέλημα Θεού να ενταφιασθούν εκεί τα λείψανα του Αγίου.
Η περιοχή του τάφου πολύ σύντομα εξελίχθηκε σε προσκυνηματικό - λατρευτικό κέντρο.Ο Μέγας Κωνσταντίνος, όταν ήταν Πατριάρχης Αλεξανδρείας ο Μέγας Αθανάσιος, ανήγειρε ναό πάνω στον τάφο του Αγίου. Σε λίγα χρόνια δημιουργήθηκε εκεί εκτεταμένο κτιριακό συγκρότημα το οποίο περιελάμβανε δύο ναούς, μοναστήρι, ξενώνες και άλλες εγκαταστάσεις.
ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΗΝΑ
Κάποιος χριστιανός από την Κωνσταντινούπολη, οδεύοντας για το πανηγύρι του Αγίου Μηνά και έχοντας μαζί του αρκετά χρήματα, κατέλυσε σε ένα ξενοδοχείο. Ο ξενοδόχος είδε τα ξένα χρήματα και, κυριευμένος από απληστία, σκότωσε τον προσκυνητή, τον διεμέλισε και έβαλε τα κομμάτια  του σε μία σπυρίδα (ζεμπίλι). Ενώ σκεφτόταν πού να θάψει τα μέλη του θύματός του για να μην αποκαλυφθεί το έγκλημα, καταφθάνει στο ξενοδοχείο ένας έφιππος στρατιώτης, ο Άγιος Μηνάς, και τον ρωτάει επίμονα πού βρίσκεται ο προσκυνητής. Ο ξενοδόχος τον διαβεβαιώνει ότι δεν γνωρίζει τίποτε αλλά ο Άγιος ξεπεζεύει, εισέρχεται στα ενδότερα του ξενώνα, βρίσκει την σπυρίδα, την φέρνει μπροστά του και τον ρωτάει με φοβερό και άγριο βλέμμα να του πει ποιος είναι ο νεκρός.
Τότε ο φονιάς έφριξε, πέφτοντας άφωνος και τρέμων στα πόδια του άγνωστου ιππέα. Ο Άγιος συνάρμοσε τα μέλη του
θύματος, προσευχήθηκε και ανέστησε το νεκρό προσκυνητή παραγγέλνοντάς του να δοξάζει τον Θεό. Ο αναστημένος, σαν να είχε εγερθεί από τον ύπνο, κατάλαβε όσα έπαθε, εδόξασε τον Θεό και προσκύνησε τον Άγιο.

Μόλις ο φονιάς συνήλθε από τον τρόμο του και σηκώθηκε, του πήρε ο Άγιος τα κλεμμένα χρήματα και τα επέστρεψε στον προσκυνητή λέγοντάς του να συνεχίσει τον δρόμο του.
Έπειτα, για να ολοκληρώσει την ευεργεσία του Θεού, στράφηκε προς τον ξενοδόχο, τον έδειρε όπως του άξιζε, τον ενουθέτησε, του έδωσε συγχώρηση για το έγκλημά του προσευχόμενος γι’ αυτόν, καβάλησε το άλογό του και έγινε άφαντος. Τότε μόνο κατάλαβε ο ξενοδόχος ότι ο στρατιώτης αυτός ήταν ο Άγιος Μηνάς, γεγονός που θυμίζει την εμπειρία των δύο Αποστόλων κατά την πορεία τους προς Εμμαούς, με την συντροφιά του αναστημένου Χριστού. (Λουκά κδ’,31).
Κάποιος πλούσιος χριστιανός έταξε στον Άγιο Μηνά να προσφέρει έναν ασημένιο δίσκο στο ναό του. Παρήγγειλε λοιπόν στον αργυροχόο δύο δίσκους και του ζήτησε στον μεν ένα να γράψει το όνομα του Αγίου στον δε άλλον το όνομα το δικό του. Επειδή όμως ο δίσκος ο προορισμένος για τον Άγιο έγινε λαμπρότερος και ωραιότερος, ο χριστιανός, από απληστία κινούμενος, δίχως να ντραπεί τον κράτησε για τον εαυτό του.
Ταξιδεύοντας λοιπόν στη θάλασσα, δείπνησε στο πλοίο χρησιμοποιώντας ασυλλόγιστα και χωρίς ευλάβεια τον δίσκο του Αγίου. Μετά το δείπνο ο υπηρέτης του ανευλαβούς χριστιανού προσπάθησε να πλύνει τον δίσκο στη θάλασσα με αποτέλεσμα να του πέσει στο νερό και να βυθισθεί. Τότε ο νεαρός υπηρέτης φοβήθηκε  πολύ, σάστισε και, προσπαθώντας να πιάσει τον δίσκο, έπεσε κι αυτός στη θάλασσα.
Όταν ο κύριός του αντελήφθη το συμβάν, συναισθάνθηκε ότι πλήρωνε τα επίχειρα της απληστίας του και τυπτόμενος από την συνείδησή του, παρακαλούσε τον Θεό να βρει έστω το λείψανο του μικρού υπηρέτη του, τάζοντας να δώσει στο ναό του Αγίου Μηνά και τον δεύτερο δίσκο, και τα χρήματα που άξιζε ο χαμένος στη θάλασσα δίσκος. Αφού βγήκε στη στεριά περίμενε με αγωνία στην ακρογιαλιά μήπως και εκβρασθεί το πτώμα του υπηρέτη. Και ενώ παρατηρούσε τη θάλασσα, βλέπει τον μικρό να βγαίνει ζωντανός από το νερό κρατώντας στα χέρια του και τον ασημένιο δίσκο του Αγίου!
Ο πλούσιος έφριξε από το θαύμα και έβγαλε φωνή μεγάλη την οποία ακούγοντας οι επιβάτες του πλοίου βγήκαν όλοι έξω και, βλέποντας το συμβάν, ρωτούσαν τον υπηρέτη, που τους διηγήθηκε τα εξής: «Μόλις έπεσα στη θάλασσα, παρουσιάσθηκαν μπροστά μου τρεις άνθρωποι. Ο μεγαλύτερος  από αυτούς φορούσε στρατιωτική στολή, ο άλλος ήταν νεαρός και ο τρίτος ήταν Διάκονος. Αυτοί οι τρεις με πήραν μαζί τους από τον βυθό και  περπατώντας χθες και σήμερα, με έφεραν μέχρι εδώ».
Ο κύριος του παιδιού και οι επιβάτες του πλοίου ακούγοντας το εξαίσιο θαύμα, εδόξαζαν τον Θεό και εθαύμαζαν για τους τρόπους που χρησιμοποιεί προκειμένου οι άνθρωποι  «εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν» (2 Τιμόθ. 3,7).
Οι τρεις που έσωσαν τον υπηρέτη ήταν ο Άγιος Μηνάς (ο στρατιωτικός), ο Άγιος Βίκτωρ (ο νεαρός) και ο Άγιος Βικέντιος (ο Διάκονος).
Οι δύο τελευταίοι Άγιοι εμαρτύρησαν την ίδια ημέρα με τον Άγιο Μηνά. Τον 2ο αι. μ.Χ.. ο Άγιος Βίκτωρ γδάρθηκε ζωντανός από τους ειδωλολάτρες και τον 3ο αι. μ. Χ. ο Άγιος Βικέντιος πέθανε έπειτα από σταύρωση και εξάρθρωση των μελών στην οποία τον υπέβαλαν οι βασανιστές του. Τιμώνται μαζί με τον Άγιο Μηνά την 11η  Νοεμβρίου.
Ακόμη ένα θαύμα του Αγίου Μηνά έλαβε χώρα το 1826 στο Ηράκλειο της Κρήτης, πόλη στην οποία ιδιαιτέρως τιμάται ο Άγιος. Το 1821, μετά την έκρηξη της μεγάλης Ελληνικής Επανάστασης εναντίον των Τούρκων, οι κατακτητές προχώρησαν σε σφαγές χιλιάδων αμάχων σε πολλές περιοχές. Από τους πρώτους που πλήρωσαν με το αίμα τους την επανάσταση ήταν και οι κάτοικοι της Κρήτης. Μεταξύ των χιλιάδων θυμάτων ήταν ο Μητροπολίτης Κρήτης, οι Επίσκοποι Χανίων, Κνωσού, Χεροννήσου, Λάμπης, Σητείας κ.α. οι οποίοι εσφάγησαν, την 24η Ιουνίου 1821, στον περίβολο του Μητροπολιτικού Ναού του Ηρακλείου. Μάλιστα ο ιερουργών ιερέας εσφάγη πάνω στην Αγία Τράπεζα!
Πέντε χρόνια αργότερα, το 1826, οι Τούρκοι του Ηρακλείου σχεδίαζαν να προβούν σε σφαγή των Χριστιανών, και πάλι στον Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Μηνά, στις 18 Απριλίου, ημέρα του Πάσχα, την ώρα της Αναστάσιμης Θείας Λειτουργίας για να πιάσουν τους Χριστιανούς απροετοίμαστους. Για αντιπερισπασμό έβαλαν φωτιά σε διάφορα  απομακρυσμένα σημεία της πόλης, ενώ οπλισμένα στίφη είχαν συγκεντρωθεί έξω από το ναό, περιμένοντας την ώρα της αναγνώσεως του Ευαγγελίου για να εισβάλουν και να αρχίσουν την σφαγή.
Μόλις όμως άρχισε η ανάγνωση εμφανίσθηκε ένας ασπρομάλλης ηλικιωμένος ιππέας που έτρεχε γύρω από το ναό κραδαίνοντας το ξίφος του και κυνηγώντας τους επίδοξους σφαγείς οι οποίοι τράπηκαν πανικόβλητοι σε φυγή. Έτσι σώθηκαν οι πολύπαθοι Χριστιανοί του Ηρακλείου από τον φοβερό κίνδυνο.
Οι Τούρκοι νόμισαν ότι ο καβαλάρης ήταν μουσουλμάνος πρόκριτος απεσταλμένος από τον Διοικητή της πόλης για να ματαιώσει την σφαγή. Όταν διαμαρτυρήθηκαν στον Διοικητή, αυτός τους διαβεβαίωσε ότι δεν γνώριζε τίποτε και μάλιστα διαπιστώθηκε ότι ο συγκεκριμένος πρόκριτος δεν είχε βγει καθόλου από το σπίτι του.
Κατάλαβαν τότε οι Τούρκοι ότι επρόκειτο για θαύμα του Αγίου Μηνά, κοινοποίησαν το γεγονός στους Έλληνες και από τότε οι Mουσουλμάνοι ηυλαβούντο πολύ τον Άγιο, προσφέροντας μάλιστα και δώρα στο ναό του. Το θαύμα αυτό του  Αγίου Μηνά καθιερώθηκε να τιμάται στο Ηράκλειο την Τρίτη της Διακαινησίμου, οπότε και εκτίθεται σε προσκύνηση, κατά τον εσπερινό, λείψανο του Αγίου.
«Μεταξύ των αδικημένων Πατέρων της Εκκλησίας μας είναι και ο Οσιώτατος πατήρ Γεώργιος, ο Χατζη-Γεώργης, ο οποίος είναι ένας σύγχρονος Άγιος  της εποχής μας, αλλά, μπορούμε να πούμε, και μεγάλος Άγιος, ανάλογα με την εποχή μας.», γράφει ο Γέρων Παϊσιος ο Αγιορείτης.Ο Γέρων Χατζη-Γεώργης (1809-1886), «ο μέγας και περιβόητος ασκητής», ασκήτευσε στο Άγιον Όρος επί μακρό χρονικό διάστημα. Επί αρκετά χρόνια έμενε στην Κερασιά, στο μεγάλο Κελί του Αγίου Δημητρίου και Αγίου Μηνά, ως υποτακτικός του Παπα-Νεόφυτου στην αρχή και ως Γέρων της Συνοδείας από το 1848 και έπειτα. «Κάποτε, ενώ ο Γέροντας ησχολείτο με το εργόχειρο, κατά λάθος κατάπιε μεγάλη βελόνα και προσευχήθηκε προς τον μεγαλομάρτυρα Μηνά.Στάθηκε τότε ο άγιος ενώπιόν του, έβαλε το χέρι στον λαιμό του και έβγαλε την βελόνα.».
Το 1942, κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι υπό τον Ρόμμελ δυνάμεις του Άξονα στην Αφρική είχαν καταφέρει να προελάσουν τόσο ώστε να είναι ορατός ο κίνδυνος να φθάσουν στην Διώρυγα του Σουέζ. Στην περιοχή του Ελ Αλαμέιν  (αραβική παραφθορά του ονόματος του Αγίου Μηνά), όπου βρισκόταν τα ερείπια ναού του Αγίου Μηνά και ίσως και ο τάφος του, οι αντίπαλες δυνάμεις προετοιμάζονταν για την αποφασιστική σύγκρουση η οποία θα έκρινε το αν οι Σύμμαχοι θα κατάφερναν να παραμείνουν στην Αφρική.
Μεταξύ των συμμαχικών στρατευμάτων βρισκόταν και ελληνική στρατιωτική δύναμη, η οποία πήρε μέρος στη μάχη. Ένα από τα βράδια εκείνα, πολλοί στρατιώτες είδαν τον Άγιο Μηνά να βγαίνει από τα ερείπια του ναού του οδηγώντας  ένα καραβάνι με καμήλες, όπως απεικονίζεται σε μία από τις παλαιές αγιογραφίες του ναού του, και να μπαίνει μέσα στο στρατόπεδο των εχθρικών δυνάμεων. Η εμφάνιση αυτή κατατρόμαξε τους Γερμανούς και υπονόμευσε καίρια το ηθικό τους, πράγμα που συνέβαλε καθοριστικά στη νίκη των συμμαχικών δυνάμεων.
Σε ανταπόδοση της ευεργεσίας αυτής του Αγίου παραχωρήθηκε στο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας ο τόπος εκείνος και ξανακτίσθηκε ο ναός καθώς και μοναστήρι του Αγίου Μηνά.

Απολυτίκιον. Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Στρατείαν κατέλιπες την κοσμικήν, αθλητά, ουράνιον είληφας την κληρουχίαν, σοφέ, και στέφος αμάραντον, δόξαν αποδιώξας βασιλέως γήινου, άθλους δε διανύσας μαρτυρίου γενναίου. Διό, μεγαλομάρτυς Μηνά, πρέσβευε σωθήναι ημάς


Κοντάκιον. Ήχος δ’. Επεφάνης σήμερον.
Της στρατείας ήρπασε, της επικήρου, και αφθάρτου έδειξε, σε Αθλοφόρε κοινωνόν, Μηνά Χριστός ο Θεός ημών, ο των Μαρτύρων ακήρατος στέφανος.




Τις πληροφορίες για τον βίο και τα θαύματα του Αγίου Μηνά αντλήσαμε από τα βιβλία:

1. Ο Μέγας Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, τόμος 11ος, μην Νοέμβριος, έκδοσις 5η, υπό του Επισκόπου Οινόης Ματθαίου Λαγγή, Αθήναι, 1996


2. Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου, διασκευή εκ του Γαλλικού: Ξενοφών Κομνηνός, τόμος 3ος, Νοέμβριος, Ίνδικτος, Αθήναι, 2004


3. Γεώργιος Β. Μαυρομάτης: Ο Άγιος Μεγαλομάρτυς Μηνάς ο Αιγύπτιος, Ιερόν Ησυχαστήριον Αγίου Μηνά, Βίγλα, Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας, Άγιον Όρος, 1998


4. Ιερομόναχος Αντώνιος: Αγιορείτες Πατέρες του ΙΘ΄ αιώνος, τόμος Ε΄, Ίνδικτος, Αθήναι, 2005


5. Γέρων Παϊσιος Αγιορείτης: Ο Γέρων Χατζη-Γεώργης ο Αθωνίτης  1809-1886, Ιερόν Ησυχαστήριον Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος, Σουρωτή Θεσσαλονίκης, 6η έκδοση, 2001

 

(10-11) Σήμερα γιορτάζουν οι:

Ο Όσιος Αρσένιος ο Καππαδόκης




Γεννήθηκε τὸ 1840 στὰ Φάρασα τῆς Καππαδοκίας. Οἱ γονεῖς του ὀνομαζόταν Ἐλευθέριος, ποὺ ἦταν δάσκαλος, καὶ ἡ μητέρα του Βαρβάρα. Σπούδασε στὴ Σμύρνη ξένες γλῶσσες καὶ ἐκκλησιαστικὴ γραμματεία. Σὲ ἡλικία 26 χρονῶν ἐκάρη μοναχός με τὸ ὄνομα Ἀρσένιος στὴ Μονὴ Τιμίου Προδρόμου Φλαβιανῶν (Ζιντζί-Ντερέ). Κατόπιν χειροτονήθηκε Διάκονος ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Καισαρείας Παΐσιο Β´ καὶ τοποθετήθηκε διδάσκαλος στὰ Φάρασα. Τριάντα χρονῶν χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος καὶ προχειρίσθηκε ἀρχιμανδρίτης καὶ πνευματικός. Ἀπέδωσε πολὺ σημαντικὸ ἐθνικοθρησκευτικὸ ἔργο, ζοῦσε ζωὴ λιτή, μὲ προσευχὴ καὶ ὁ Θεὸς τοῦ χάρισε τὸ προφητικὸ χάρισμα, ἀλλὰ καὶ τὸ θαυματουργικό. Στὴν Ἑλλάδα ἦλθε τὸ 1924 καὶ πέθανε στὶς 10 Νοεμβρίου τοῦ ἴδιου χρόνου στὴν Κέρκυρα. Ἀπὸ ἐκεῖτο 1958 τὰ λείψανά του μεταφέρθηκαν ἀπὸ τὸν μοναχὸ Παΐσιο στὴν Κόνιτσα καὶ τὸ 1970 ἀπὸ τὸν ἴδιο Ἁγιορείτη μοναχὸ στὸ γυναικεῖο μοναστήρι-Ἡσυχαστήριο Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου στὴ Σουρωτὴ Θεσσαλονίκης, ὅπου ὁ Ἅγιος μετὰ τὸν θάνατό του ἔκανε πολλὰ θαύματα. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τὸν ἁγιοποίησε στὶς 11 Φεβρουαρίου 1986.


Απολυτίκιο. Ηχος πλ. α'. Τον συνάναρχον Λόγον.
Των Όσιων τον βίον έκμιμησάμενος, εν έσχάτοις τοίς χρόνοις, Πάτερ Αρσένιε, έπληρώθης δωρεών του θείου Πνεύματος, και θαυμάτων γεγονός, θεοφόρε αυτουργός, παρέχεις ένί έκάστω, τάς εκ Θεού χορηγίας, ταις ίκεσίαις σου προς Κύριον.


(10-11) Σήμερα γιορτάζουν οι:


Ο Άγιος Ορέστης ο Καππαδόκης


Προσκυνοῦσε μόνο τὸν ἕνα καὶ ἀληθινὸ Θεὸ καὶ ὄχι τ᾿ ἄψυχα εἰδωλολατρικὰ ἀντικείμενα. Ὁ ἅγιος Ὀρέστης καταγόταν ἀπὸ τὰ Τύανα τῆς Καππαδοκίας (ὁρισμένες ἁγιολογικὲς πηγὲς ἀναφέρουν ὅτι ἦταν γιατρός). Κατὰ τὸν ἐπὶ Διοκλητιανοῦ διωγμὸ (289), συνελήφθη ἀπὸ τὸν ἡγεμόνα Μάξιμο, ποὺ τὸν ἐξεβίαζε μὲ πολλοὺς τρόπους ν᾿ ἀρνηθεῖ τὸν Ἰησοῦ. Ἀφοῦ ὅμως δὲν κατόρθωσε τίποτα, διέταξε νὰ τὸν γυμνώσουν καὶ νὰ τὸν μαστιγώσουν ἀλύπητα. Κατόπιν τὸν ἔριξαν στὴ φυλακὴ γιὰ ἑπτὰ ἡμέρες καὶ ἔπειτα τὸν ἔφεραν στὸν εἰδωλολατρικὸ ναό, ὅπου προσφέρονταν θυσίες καὶ τὸν παρακινοῦσαν νὰ συμμετέχει καὶ αὐτὸς σ᾿ αὐτές. Γιατί, τοῦ ἔλεγε ὁ ἡγεμόνας Μάξιμος, ἀρνεῖσαι νὰ συμμετέχεις στὴ λατρεία, ποὺ μὲ τόση εὐλάβεια ἀκολουθοῦν οἱ σεπτοί μας αὐτοκράτορες; Τότε ὁ Ὀρέστης δὲν δίστασε νὰ πεῖ μὲ θάῤῥος, ὅτι εἶναι πρόθυμος ὑπήκοος ὅταν πρόκειται γιὰ τὰ πολιτικὰ καὶ τὰ ἐπίγεια πράγματα, πέρα ἀπὸ αὐτὰ ὅμως δὲν μπορεῖ νὰ δεῖ κανέναν αὐτοκράτορα ἐκτὸς μόνο τὸν ἀληθινὸ Θεό. Ἐξοργισμένοι τότε οἱ εἰδωλολάτρες, τρύπησαν τοὺς ἀστραγάλους του καὶ πέρασαν ἀνάμεσα σιδερένια ἁλυσίδα, καὶ κατόπιν τὸν ἔδεσαν πίσω ἀπὸ ἕνα ἄγριο ἄλογο. Τὸ ἄλογο ἀφέθηκε ἐλεύθερο καὶ ὅρμησε μὲ δυνατὸ καλπασμό, σέρνοντας τὸν Ὀρέστη πάνω σὲ ἀνώμαλο καὶ τραχὺ ἔδαφος. Σταμάτησε μετὰ ἀπὸ μία ἀπόσταση εἴκοσι μιλίων! Ὁ μάρτυρας ἦταν πλέον νεκρός.


Άπολυτίκιον. Ήχος α'.
Του λίθου σφραγισθέντος.
Χριστόν όμολογήσας επί των άσεβούντων, είδωλομανίας το θράσος καθείλες Αθλοφόρε, και δόξης έγένου κοινωνός, αγώνας πολυτρόπους ένεγκών δια τούτο σε Όρέστα ως νικητήν, τιμώντες σοι έκβοώμεν δόξα τω παρασχόντι σοι ίσχύν, δόξα τω σε στεφανώσαντι, δόξα τω ένεργούντι δια σου, πάσιν ιάματα.